- πεντηκονταετηρίδα
- η / πεντηκονταετηρίς, -ίδος, ΝΜΑχρονική περίοδος πενήντα συνεχών ετών, πεντηκονταετίανεοελλ.η πεντηκοστή επέτειος κάποιου σημαντικού γεγονότος καθώς και η γιορτή που γίνεται για την επέτειο αυτή.[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντήκοντα + -ετηρίς (< -έτηρος < ἔτος), πρβλ. πεντα-ετηρίς / -ίδα].
Dictionary of Greek. 2013.